Όλοι οι
ζωντανοί οργανισμοί, άνθρωποι, ζώα και φυτά, αποτελούνται κατά 60% έως 80%
από νερό και πρέπει να αναπληρώνουν την υγρασία που καταναλώνουν με
διάφορους τρόπους, για να μην
πεθάνουν. Είναι γνωστό ότι χωρίς τροφή πολλοί οργανισμοί επιβιώνουν για
πολλές ημέρες έως και εβδομάδες, αλλά χωρίς νερό ο χρόνος επιβίωσης είναι
πολύ μικρότερος. Ιδιαίτερα μια ομάδα οργανισμών που τους αποκαλούμε
αμφίβιους, χάνουν πολύ γρήγορα υγρασία από το σώμα τους λόγω της
εξάτμισης του νερού και γι αυτό τον λόγο φροντίζουν να είναι μόνιμα πολύ
κοντά σε σημεία που υπάρχει νερό για να μπορούν έγκαιρα να το
αναπληρώσουν. Όταν βρεθούν μέσα στο νερό, ρουφάνε υγρασία μέσα από τους
πόρους του σώματος τους σαν το σφουγγάρι!
Φυσικά οι άνθρωποι δεν μπορούν
να πάρουν υγρασία μπαίνοντας μέσα σε μια μπανιέρα, αφού η επιδερμίδα τους δεν
έχει τέτοιες ιδιότητες. Το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα θηλαστικά και
τα πουλιά. Η λύση είναι να παίρνουν νερό άμεσα, δηλαδή από το στόμα.
Μόνο κάποια λίγα είδη είναι σε θέση να λαμβάνουν νερό από τα φυτά που
τρώνε, όπως συμβαίνει με τις χερσαίες χελώνες, όταν δεν έχουν εύκολη
πρόσβαση σε κάποια πηγή.
Τι
γίνεται όμως με τα ψάρια
που ζουν μέσα στο νερό;
Σε
αυτά δεν θα πρέπει να υπάρχει θέμα έλλειψης νερού, αλλά μάλλον πρόβλημα
περιορισμού του. Αυτό ισχύει, τουλάχιστον για
τα ψάρια του γλυκού νερού. Αυτά δεν πίνουν ποτέ νερό σκοπίμως, αλλά το
δέχονται χωρίς να έχουν τέτοια πρόθεση. Το
λαμβάνουν σε τέτοιες ποσότητες, που πρέπει παράλληλα να το αποβάλουν
διαρκώς.
Υπεύθυνα για αυτή την
διαδικασία είναι τα διάφορα άλατα, σάκχαρα, αμινοξέα, ηλεκτρολύτες κλπ που
ευρίσκονται μέσα στο σώμα των ψαριών. Η συγκέντρωση αυτών των σωματικών
"χυμών" μέσα στο σώμα δημιουργεί μια πυκνότητα που είναι πολύ μεγαλύτερη
από την πυκνότητα που έχει το νερό που το περιβάλλει. Γι αυτό το λόγο και
το νερό, μπαίνει μέσα στο σώμα από τα βράγχια και το δέρμα των ψαριών σε
μεγάλες ποσότητες, για να εξισορροπήσει αυτή την διαφορά πυκνότητας. Υπεύθυνη για αυτό το φαινόμενο είναι η
Όσμωση,
που περιγράφεται στη σελίδα για την Αντίστροφη Όσμωση. Τον ρόλο της
ημιπερατής μεμβράνης στο ψάρι παίζει το δέρμα του. Άρα το ψάρι πρέπει μόνιμα
να αποβάλει υγρασία για να κρατάει μια ισορροπία και αυτό σημαίνει ότι ο
οργανισμός του δεν ασχολείται με το πως θα πάρει νερό, αλλά πως θα
αποβάλει αυτό που πλεονάζει ανά πάσα στιγμή.
Στα ψάρια του θαλασσινού νερού
τα πράγματα όμως είναι πολύ διαφορετικά. Εκεί, η συγκέντρωση αλάτων και
άρα η πυκνότητα του θαλασσινού νερού είναι μεγαλύτερη από αυτή του σώματος
των ψαριών. Άρα τα ψάρια χάνουν διαρκώς υγρασία που βγαίνει από το δέρμα
τους για να εξισορροπήσει την διαφορά και πρέπει να παίρνουν νερό για να
την αναπληρώνουν και να μην στεγνώσουν και πεθάνουν μέσα στο νερό από
δίψα!!! Είναι πρόβλημα βέβαια το γεγονός ότι το νερό που είναι στην διάθεση τους
για να προσλάβουν έχει άλατα αφού είναι θαλασσινό, αλλά αυτό αντιμετωπίζεται από ειδικούς αδένες
στην περιοχή των βραγχίων που κρατούν και αποβάλλουν τα άλατα, ενώ στο σώμα περνά
μόνο νερό.
Αυτό έχει ένα κόστος για τα ψάρια γιατί απαιτεί απώλεια ενέργειας, αλλά το
ίδιο απαιτείται και στα ψάρια του γλυκού νερού για την αποβολή του
επιπλέον νερού.
Παράλληλα τα θαλασσινά ψάρια
έχουν πολύ λιγότερες απώλειες υγρασίας μέσω των νεφρών υπό μορφή ούρων σε
σύγκριση με τα ψάρια γλυκού νερού.
Ιδιαίτερη περίπτωση είναι τα
ψάρια που ζουν κάποιες περιόδους της ζωής τους στο γλυκό νερό και άλλες στο θαλασσινό. Τέτοια
είναι τα ψάρια, που ενώ ζουν στη θάλασσα γεννούν στο γλυκό νερό σαν τον
σολομό, ή τα χέλια που ζουν στο γλυκό νερό και γεννούν στην θάλασσα. Αυτά
περνούν μια φάση αποβάλλοντας νερό και άλλη φάση που "πίνουν" νερό.
Πρόκειται για μια εντυπωσιακή προσαρμογή και ρύθμιση της όσμωσης.
|