LORICARIIDAE
ΓΕΝΙΚΑ
Οι οικογένεια των
LORICARIIDAE
περιλαμβάνει επτά (7)
υποοικογένειες με περίπου εκατόν τριάντα (130) είδη. Τουλάχιστον
τέσσερις είναι οι πιο γνωστές υποοικογένειες:
ANCISTRINAE,
HYPOPTOPOMATINAE,
HYPOSTOMINAE,
LORICARIINAE.
Acanthicus adonis |
Στην υποοικογένεια
ANCISTRINAE
ανήκουν τα γένη
Ancistrus
species,
Acanthicus species, Baryacinstrus species,
Chaetostoma species, Dekeyseria species,
Lasiancistrus species, Leporacanthicus species,
Lithoxus species, Hemiancistrus species,
Hypancistrus species, Panaque species,
Pecoltia species, Pseudacanthicus species
κ.α.
Μέλη της υποοικογένειας
HYPOPTOPOMATINAE είναι τα είδη του γένους
Hypoptopoma,
Microlepidogaster species,
Otocinclus species,
Otothyris species, Parotocinclus
species κ.α.
Η υποοικογένεια
HYPOSTOMINAE περιλαμβάνει τα γένη
Cochliodon, Pterygoplichthys (Glyptoperichthys)
species, Hypostomus species, Pterygoplichthys
species, Monistiancistrus species,
Pterygoplichthys species κ.α.
Στην υποοικογένεια
LORICARIINAE ανήκουν τα γένη
Farlowella,
Loricaria species, Ricola species,
Rineloricaria species,
Sturisoma species,
Sturisomatichthys species, Lamontichthys
species κ.α.
Sturisoma aureum
Foto: K.Dreymann |
Λόγω του τεράστιου αριθμού των ειδών της
οικογένειας
LORICARIIDAE η συστηματική
τους κατάταξη γίνεται με την βοήθεια του λατινικού γράμματος
L
(που δηλώνει την οικογένεια) και ενός αριθμού, (πχ
L
015 που αντιστοιχεί στο είδος
Pecoltia
vittata). Οι γερμανοί
συστηματικά τα κατέτασσαν παλαιότερα με τα γράμματα
LDA
(εκδοτικός οίκος “DAS
AQUARIUM”)
και στην Βραζιλία κυκλοφορούσαν στο εμπόριο με τα γράμματα
TR,
αλλά ευτυχώς τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η κατάταξη βάση των
αριθμών L
και έτσι το τεράστιο μπλέξιμο που
αφορούσε στην κατάταξη και την αναγνώριση των ειδών έχει ελαττωθεί
αισθητά.
ΒΙΟΛΟΓΙΑ
Όλα τα είδη της οικογένειας είναι
ωοτόκα. Ζουν τόσο στα «μαύρα» όσο και στα «λευκά» νερά των ποταμών της
νότιας Αμερικής (Αμαζόνιος,
Rio Purus,
Rio Negro
κλπ). Ανάλογα με τα είδη, ποικίλουν και
οι απαιτήσεις τους στις φυσικοχημικές παραμέτρους του νερού. Πολλά από τα
είδη ζουν σε αρκετά μαλακά (έως 2,0
dGH)
και όξινα νερά (pH
5,0), ενώ άλλα ζουν σε
κανονικά νερά και κάποια σε σκληρότερα (10 – 12
dGH)
και περισσότερο αλκαλικά νερά (pH
7,5). Οι φυσικοί βιότοποί τους
είναι γρήγορα κινούμενα, δροσερά νερά, για κάποια είδη και λιγότερο
δροσερά εσωτερικά νερά για κάποια άλλα. Κάποια είδη ζουν σε υποβρύχιες
συστάδες ριζών υδρόφιλων δένδρων και φυτών με σκιές και σκοτεινά – από τα
τανικά και χουμικά οξέα – νερά.
Ancistrus
dolichopterus
Foto: Werner Krafczyk |
Κάποια κατασκευάζουν τις φωλιές τους μέσα
σε τρύπες βυθισμένων ξύλων (πχ
Ancistrus dolichopterus),
άλλα σε κενά που δημιουργούν οι πέτρες (πχ
Hypancistrus zebra)
και κάποια σε τρύπες που σκάβουν στη λάσπη (πχ
Pterygoplichthys anisitsi).
Κατά την περίοδο της ξηρασίας, κάποιες από τις σκαμμένες στη λάσπη φωλιές
μπορεί να βρεθούν και επάνω από την επιφάνεια των νερών. Η υγρασία της
λάσπης όμως κρατάει τα ζώα ζωντανά σε αυτές τις περιόδους. Η σωστή
αναγνώριση των ειδών μας βοηθάει στο να τους παρέχουμε τις σωστές
φυσικοχημικές παραμέτρους και το κατάλληλο περιβάλλον στην αιχμαλωσία,
ώστε τα ψάρια μας να ζουν καλά και να μπορέσουν να αναπαραχθούν. Το
μέγεθός τους ποικίλει ανάλογα με το είδος έτσι οι οικογένεια έχει
μικρόσωμα είδη που δεν ξεπερνούν σε τελικό μέγεθος τα 4
cm
(πχ
Otocinclus
affinis), αλλά και κάποια
αρκετά μεγαλόσωμα που μπορεί να φτάσουν τα 45
cm
(πχ
Pterygoplichthys (Glyptoperichthys) gibbiceps)
και κάποια που υπερβαίνουν τα 50
cm
(πχ Pterygoplichthys
multiradiatus)
ΔΙΑΤΡΟΦΗ
Οι διατροφικές συνήθειες των ειδών αυτής
της τεράστιας οικογένειας ψαριών είναι πολυποίκιλες και ανάλογες με την
περιβαλλοντική τους καταγωγή. Υπάρχουν είδη που τρέφονται αποκλειστικά με
φυτικής προέλευσης τροφές όπως άλγες ή φρούτα δέντρων
των δασών της βροχής (herbivores),
παμφάγα είδη (omnivores),
που τρέφονται με ότι υπάρχει σε εποχιακή αφθονία και αποκλειστικά
σαρκοφάγα (carnivores)
που τρέφονται με διάφορους βενθικούς μικροοργανισμούς (σκουλήκια,
μικρά καρκινοειδή και ασπόνδυλα ή πλανκτόν). Όπως
προαναφέραμε, η σωστή αναγνώριση και η γνώση της διατροφικής τους
συνήθειας, μπορούν να μας βοηθήσουμε να ταΐσουμε σωστά τα ψάρια. Στην
αιχμαλωσία τα χορτοφάγα είδη πρέπει να τα τροφοδοτούμε με πράσινες
τροφές, όπως άλγη και εναλλακτικά σπανάκι, σπιρουλίνα,
κολοκυθάκια και μπρόκολα, ενώ τα σαρκοφάγα πρέπει να τα
τροφοδοτούμε με πρωτεϊνούχες ζωντανές τροφές (Whiteworms,
black mosquito
larvae,
Artemia salina,
Daphnia,
Cyclops
κλπ) και τροφές ξηρής κατάψυξης
και βυθιζόμενες ξηρές πρωτεϊνούχες τροφές σε
tablets
και
pellets.
Καλό είναι να μουλιάζουμε τις ξηρές τροφές πριν τις ταΐσουμε στα ψάρια μας
και επειδή τα περισσότερα από αυτά τα είδη είναι νυκτόβια (nocturnal)
να τα ταΐζουμε αφού σβήσουν τα φώτα του ενυδρείου. Τεράστια σημασία έχει η
ύπαρξη ξύλου μέσα στο ενυδρείο, το οποίο μασουλάνε ασταμάτητα (πιθανώς τα
βοηθάει στην πέψη των δύσπεπτων φυτικών τροφών), γι’ αυτό πρέπει στα
ενυδρεία που τα διατηρούμε να υπάρχουν κομμάτια
bogwood
ή ρίζες
mopani.
Hypancistrus zebra L 46
Foto: K.Dreymann |
ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ
Η αναπαραγωγή κάποιων ειδών της
οικογένειας είναι πολύ εύκολη (πχ
Ancistrus dolichopterus,
Sturisoma
species),
αρκεί τα ψάρια να πάρουν ότι χρειάζονται. Στην περίπτωση των
A.
dolichiopterus,
αρκεί ουδέτερο pH
7,0 με 7,5, μέτρια
σκληρό (από 6,0 έως 15
dGH),
καθαρό νερό και διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες. Τα αρσενικά σκάβουν
βαθιές κάθετες τρύπες σε βυθισμένα ξύλα και τις χρησιμοποιούν ως φωλιές.
Τα spawning sites
είναι βαθιές, κάθετα σκαμμένες,
τρύπες σε βυθισμένα ξύλα. Τα θηλυκά που γίνονται δεκτά από τα αρσενικά
άτομα στην περιοχή της φωλιάς τους, αποθέτουν τα αυγά τους μέσα στη φωλιά
και έπειτα εκδιώκονται από τα αρσενικά, τα οποία παραμένουν σ’ αυτήν,
αερίζοντας τα αυγά και προστατεύοντας τα μωρά. Δεν είναι παράξενο να δούμε
σε ένα αναπαραγωγικό ενυδρείο (breeding
tank) που φιλοξενεί το είδος,
δύο – τρεις γενιές μωρών μαζί με ενήλικα ψάρια, αφού τα ενήλικα δεν
απειλούν ποτέ την ασφάλεια των μικρών τους. Τα αρσενικά ζευγαρώνουν με
περισσότερα από ένα θηλυκά κάθε φορά. Τα μωρά τρέφονται με
μικροοργανισμούς που ζουν στο υπόστρωμα (πχ Αμφίποδα,
Κωπίποδα κλπ) σαν φυτοπλανκτονικοί οργανισμοί και φυτικής
προέλευσης τροφές (άλγη). Μεγαλώνουν αρκετά γρήγορα και μπορούν να τραφούν
με σπανάκι, κολοκυθάκια, μπρόκολο ή ξηρές
βυθιζόμενες φυτικές τροφές (Spirulina
tablets). Τα αρσενικά
παρουσιάζουν μορφολογικές διαφορές από τα θηλυκά. Είναι μεγαλύτερα και
αναπτύσσουν ένα «θύσανο» από «μουστάκια» στο εμπρός μέρος του κεφαλιού.
Panaque nirgolineatus
|
L 66 Peckoltia sp.
Foto: Ingo seidel |
ΔΙΑΦΟΡΑ
– ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ
Τα μέλη της υποοικογένειας
ANCISTRINAE
είναι τα πιο διαδεδομένα στους
ακουαρίστες της χώρας μας. Πολύ δημοφιλή είναι διάφορα είδη του γένους
Ancistrus
(πχ
A.
dolichopterus,
A.
sp.
cf.
temminckii
κ.α), διάφορα είδη του γένους
Chaetostoma
(πχ
Chaetostoma leucomelas),
και είδη του γένους
Peckoltia
(πχ
Peckoltia vittata
– γνωστό σαν
L015).
Οι χομπίστες προτιμούν, μεταξύ άλλων βέβαια, τα μεγαλόσωμα σπανιότερα είδη
του γένους
Panaque
(πχ
P.
nigrolineatus,
P.
suttonorum
κ.α)
Από τα μέλη της υποοικογένειας
HYPOPTOPOMATINAE
πιο διαδεδομένα είναι τα μικρόσωμα
είδη του γένους
Otocinclus
(πχ
O.
affinis,
O.
vittatus,
O.
flexilis
κλπ). Οι «ταγμένοι» ακουαρίστες
προτιμούν πιο σπάνια και δυσεύρετα είδη (πχ
LDA
023 - -
Otocinclus
species
της Βενεζουέλα). Τα υπόλοιπα είδη
εμφανίζονται πάρα πολύ σπάνια και κάποια ουδέποτε εισήχθησαν στην χώρα μας
μέχρι τώρα.
συνέχεια |